Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
(αναδ. απο eranistis.net/wordpress )
Για τα ψέματα (< ελνστ. ψεῦμα < αρχ. ψεῦσμα) και τους ψεύτες λέγονται και τα επόμενα: «Χωρίς ψέμα, δεν πυτιάζει η δουλειά.», «Είπες ψέμα κι εγεύθης, μα λες αλήθεια και δε δειπνάς.», «Ψέμα άκουσες όλο ψέμα δεν είναι.»· ως γνωστόν, «ο ψεύτης κι ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται» και το «το ψέμα δε ζει για να γεράσει.»
Ο Πινόκιο (ιταλικά.:Pinocchio) είναι ένας φανταστικός χαρακτήρας που πρωτοεμφανίστηκε το 1883, ως κεντρικός ήρωας στο ιταλικό παραμύθι «Οι Περιπέτειες του Πινόκιο»
«Διαβολή» (< αρχ. διαβολή) λέγεται το στοχευμένο, σκόπιμο και συνειδητό ψέμα, η ψευδής κατηγορία που προσβάλλει την τιμή ή την υπόληψη κάποιου· η συκοφαντία, «το μαναφούκι». Ο στωικός φιλόσοφος Κλέανθης έλεγε:
«Κακουργότερο πράγμα απ’ τη διαβολή / δε γεννήθηκε ακόμα. Αυτή στα μουλωχτά / σ’ εξαπατά κι αφού σε πείσει, πλάθει / με μαστοριά το μίσος για τον αναίτιο.» («Κακουργότερον ουδέν διαβολής έστι πω, / λάθρα γαρ απατήσασα τον πεπεισμένον / μίσος αναπλάττει προς τον μηδέν αίτιον»),
Στους Όρνιθες του Αριστοφάνη ο Συκοφάντης δήλωνε απερίφραστα: «Εγώ ‘μαι συκοφάντης, δηλαδή χαφιές / …και ψευδομάρτυρας, και χρειάζομαι φτερά / για να προφταίνω να πετάγομαι παντού / … Είν’ ο καιρός της γληγοράδας: θέλω μέσο / πολύ γοργό κι αθόρυβο και βολικό / να παρακολουθώ τους ντόπιους και τους ξένους».
Κι όταν ο Πεισθέταιρος τον κατηγορεί για το επάγγελμά του έχει πρόχειρη την απάντηση: «Εμ τι να κάνω; Σκάψιμο δεν ξέρω». Όταν άλλος τον παρακινεί ν’ αλλάξει δουλειά, ο «επιτηδευματίας» αρνιέται: «Ποτέ! Είμαι συκοφάντης πάππου προς πάππου. Δε θα ντροπιάσω τη γενιά μου.»
Κατά τον Μακρυγιάννη, «οι κόλακες αγαπούνε τους κόλακες και οι ψεύτες τους ψεύτες»: «Καὶ τότε βιάστηκα νὰ πλερώσω ἐξ ἰδίων μου τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Ἀναγνωσταρᾶς ἔλεγε νὰ γένωμε ὅλοι ἀξιωματικοὶ ὅσοι πιάσαμε τοὺς Ἀβαρίνους, ἐκεῖνοι οὔτε καὶ τὸν μιστόν μας δίνουν. Οἱ κόλακες ἀγαποῦνε τοὺς κόλακας καὶ οἱ ψεῦτες τοὺς ψεῦτες. Πλέρωσα τοὺς ἀνθρώπους ἐξ ἰδίων μου, δανείστηκα, καὶ τοὺς ἔστειλα εἰς τὰ πόστα τους.»
«Εκείνοι που η διαγωγή τους είναι η πιο καταγέλαστη, / πρώτοι απ’ όλους καταλαλούν τους άλλους.»
Μολιέρος
Για όσους πιστεύουν αβασάνιστα τις συκοφαντίες, τα ψέματα και τις διαβολές, ο Μένανδρος έγραφε:
«Όποιος πιστεύει εύκολα τις διαβολές, / ή ο ίδιος είναι κακός στο χαρακτήρα / ή μικρού παιδιού έχει γνώση».
(«Όστις δε διαβολαίσι πείθεται ταχύ, / ήτοι πονηρός αυτός εστί τους τρόπους, / ή παντάπασι παιδαρίου γνώμην έχει.»).
Ο Ρωμαίος Πλαύτος είναι ακόμη πιο αυστηρός με τους ευκολόπιστους: «Όσοι λένε κι ακούνε συκοφαντίες, είναι για κρέμασμα -οι πρώτοι απ’ τη γλώσσα, οι δεύτεροι απ’ τ’ αυτιά.»
Μια ρώσικη παροιμία λέει πως «η συκοφαντία μοιάζει με τα κάρβουνα: ή βρομίζει το χέρι ή το καίει.» Όποιος ψεύδεται συχνά επικαλείται ως μάρτυρες τους ομοίους του –«κάθε ψεύτης με τον μάρτυρα του»-, εξ ου και το «Ρώτα και τον μπάρμπα (ή τον φίλο) μου τον ψεύτη.»
Πηγές και παραπομπές
Ν.Γ. Πολίτου. Μελέται επί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού. Εν Αθήναις. Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου. 1900.
Τα αποσπάσματα είναι από το κείμενο του Μάριου Πλωρίτη Περί συκοφαντίας τινά (Το Βήμα, 28.10.1989.)
(αναδ. απο eranistis.net/wordpress )
Για τα ψέματα (< ελνστ. ψεῦμα < αρχ. ψεῦσμα) και τους ψεύτες λέγονται και τα επόμενα: «Χωρίς ψέμα, δεν πυτιάζει η δουλειά.», «Είπες ψέμα κι εγεύθης, μα λες αλήθεια και δε δειπνάς.», «Ψέμα άκουσες όλο ψέμα δεν είναι.»· ως γνωστόν, «ο ψεύτης κι ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται» και το «το ψέμα δε ζει για να γεράσει.»
Ο Πινόκιο (ιταλικά.:Pinocchio) είναι ένας φανταστικός χαρακτήρας που πρωτοεμφανίστηκε το 1883, ως κεντρικός ήρωας στο ιταλικό παραμύθι «Οι Περιπέτειες του Πινόκιο»
«Διαβολή» (< αρχ. διαβολή) λέγεται το στοχευμένο, σκόπιμο και συνειδητό ψέμα, η ψευδής κατηγορία που προσβάλλει την τιμή ή την υπόληψη κάποιου· η συκοφαντία, «το μαναφούκι». Ο στωικός φιλόσοφος Κλέανθης έλεγε:
«Κακουργότερο πράγμα απ’ τη διαβολή / δε γεννήθηκε ακόμα. Αυτή στα μουλωχτά / σ’ εξαπατά κι αφού σε πείσει, πλάθει / με μαστοριά το μίσος για τον αναίτιο.» («Κακουργότερον ουδέν διαβολής έστι πω, / λάθρα γαρ απατήσασα τον πεπεισμένον / μίσος αναπλάττει προς τον μηδέν αίτιον»),
Στους Όρνιθες του Αριστοφάνη ο Συκοφάντης δήλωνε απερίφραστα: «Εγώ ‘μαι συκοφάντης, δηλαδή χαφιές / …και ψευδομάρτυρας, και χρειάζομαι φτερά / για να προφταίνω να πετάγομαι παντού / … Είν’ ο καιρός της γληγοράδας: θέλω μέσο / πολύ γοργό κι αθόρυβο και βολικό / να παρακολουθώ τους ντόπιους και τους ξένους».
Κι όταν ο Πεισθέταιρος τον κατηγορεί για το επάγγελμά του έχει πρόχειρη την απάντηση: «Εμ τι να κάνω; Σκάψιμο δεν ξέρω». Όταν άλλος τον παρακινεί ν’ αλλάξει δουλειά, ο «επιτηδευματίας» αρνιέται: «Ποτέ! Είμαι συκοφάντης πάππου προς πάππου. Δε θα ντροπιάσω τη γενιά μου.»
Κατά τον Μακρυγιάννη, «οι κόλακες αγαπούνε τους κόλακες και οι ψεύτες τους ψεύτες»: «Καὶ τότε βιάστηκα νὰ πλερώσω ἐξ ἰδίων μου τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Ἀναγνωσταρᾶς ἔλεγε νὰ γένωμε ὅλοι ἀξιωματικοὶ ὅσοι πιάσαμε τοὺς Ἀβαρίνους, ἐκεῖνοι οὔτε καὶ τὸν μιστόν μας δίνουν. Οἱ κόλακες ἀγαποῦνε τοὺς κόλακας καὶ οἱ ψεῦτες τοὺς ψεῦτες. Πλέρωσα τοὺς ἀνθρώπους ἐξ ἰδίων μου, δανείστηκα, καὶ τοὺς ἔστειλα εἰς τὰ πόστα τους.»
«Εκείνοι που η διαγωγή τους είναι η πιο καταγέλαστη, / πρώτοι απ’ όλους καταλαλούν τους άλλους.»
Μολιέρος
Για όσους πιστεύουν αβασάνιστα τις συκοφαντίες, τα ψέματα και τις διαβολές, ο Μένανδρος έγραφε:
«Όποιος πιστεύει εύκολα τις διαβολές, / ή ο ίδιος είναι κακός στο χαρακτήρα / ή μικρού παιδιού έχει γνώση».
(«Όστις δε διαβολαίσι πείθεται ταχύ, / ήτοι πονηρός αυτός εστί τους τρόπους, / ή παντάπασι παιδαρίου γνώμην έχει.»).
Ο Ρωμαίος Πλαύτος είναι ακόμη πιο αυστηρός με τους ευκολόπιστους: «Όσοι λένε κι ακούνε συκοφαντίες, είναι για κρέμασμα -οι πρώτοι απ’ τη γλώσσα, οι δεύτεροι απ’ τ’ αυτιά.»
Μια ρώσικη παροιμία λέει πως «η συκοφαντία μοιάζει με τα κάρβουνα: ή βρομίζει το χέρι ή το καίει.» Όποιος ψεύδεται συχνά επικαλείται ως μάρτυρες τους ομοίους του –«κάθε ψεύτης με τον μάρτυρα του»-, εξ ου και το «Ρώτα και τον μπάρμπα (ή τον φίλο) μου τον ψεύτη.»
Πηγές και παραπομπές
Ν.Γ. Πολίτου. Μελέται επί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού. Εν Αθήναις. Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου. 1900.
Τα αποσπάσματα είναι από το κείμενο του Μάριου Πλωρίτη Περί συκοφαντίας τινά (Το Βήμα, 28.10.1989.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου